Ο βιασμός και η δολοφονία ενός 14χρονου κοριτσιού εβραϊκής καταγωγής από έναν Ιρακινό, ο οποίος αιτήθηκε ανεπιτυχώς άσυλο, έχει επαναφέρει στο επίκεντρο την κρίση λόγω βιασμών από μετανάστες στην Γερμανία, η οποία συνεχίζεται αμείωτη για χρόνια μέσω μιας επίσημης συνενοχής και δημόσιας απάθειας.
Χιλιάδες γυναίκες και παιδιά έχουν υποστεί βιασμό ή σεξουαλική παρενόχληση στη Γερμανία, από τότε που η Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ καλωσόρισε στη χώρα περισσότερους από ένα εκατομμύριο, κυρίως άνδρες, μετανάστες από την Αφρική, την Ασία και τη Μέση Ανατολή.
Το πιο πρόσφατο έγκλημα, που θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί εντελώς, είναι ιδιαίτερα κατακριτέο, διότι με μία πράξη υπογραμμίζει τις πολλές ύπουλες συνέπειες που έχει η μεταναστευτική πολιτική «ανοιχτών θυρών» της Γερμανίας — συμπεριλαμβανομένης της αποτυχίας να ελέγξει ποιος επιτρέπεται να εισέλθει στη χώρα και της πρακτικής να ελευθερώνει εγκληματίες μετανάστες στους δρόμους της χώρας αντί αυτοί να φυλακίζονται ή να απελαύνονται.
Το έγκλημα αντικατοπτρίζει επίσης την βαρύτατη αμέλεια της πολιτικής τάξης της Γερμανίας, η οποία φαίνεται να ασχολείται περισσότερο με τη διατήρηση της πολυπολιτισμικότητας και τα δικαιώματα των λάγνων μεταναστών παρά με την προστασία των γυναικών και των παιδιών της Γερμανίας από αυτούς.
Η αστυνομία λέει πως ο Αλί Μπασάρ, ένας 20χρονος Κούρδος από το Ιράκ, βίασε τη Σουζάνα Μαρία Φέλντμαν, τη στραγγάλισε και έπειτα παράτησε το πτώμα της σε μία δασώδη περιοχή δίπλα σε σιδηροδρομικές γραμμές στα περίχωρα του Βισμπάντεν. Έπειτα ο Μπασάρ έφυγε στο Ιράκ χρησιμοπποιώντας πλαστά έγγραφα ταυτότητας.
Η Φέλντμαν έλειπε από το σπίτι της στο Μάιντς από τις 22 Μαΐου. Η μητέρα της υπέβαλε δήλωση εξαφάνισης στις 23 Μαΐου. Η αστυνομία, ωστόσο, ούτε καν άρχισε να ψάχνει για το κορίτσι παρά μετά από μία εβδομάδα , όταν ένα αγόρι ηλικίας 13 ετών του οποίου το όνομα δεν δημοσιοποιήθηκε, ένας μετανάστης που ζούσε στον ίδιο προσφυγικό καταυλισμό με τον Μπασάρ, ήρθε σε επαφή με την αστυνομία. Το πτώμα της Φέλντμαν βρέθηκε εντέλει στις 6 Ιουνίου.
Ο Μπασάρ έφτασε στη Γερμανία τον Οκτώβριο του 2015, στο αποκορύφωμα της εισροής μεταναστών, μαζί με τους γονείς του και πέντε αδέλφια· ισχυρίζονταν ότι ήταν πρόσφυγες, αλλά αποδείχθηκε πως ήταν οικονομικοί μετανάστες. Η αίτηση ασύλου του Μπασάρ απορρίφτηκε τον Δεκέμβριο του 2016. Θα έπρεπε να είχε απελαθεί, αλλά εφόσον άσκησε έφεση, οι γερμανικές αρχές του επέτρεψαν να μείνει.
Κατά τη διάρκεια τριών ετών που έμεινε στη Γερμανία, ο Μπασάρ απέκτησε εκτενές ποινικό μητρώο, συμπεριλαμβανομένων σωματικής επίθεσης σε αξιωματικούς επιβολής του νόμου, βίαιης ληστείας με απειλή μαχαιριού και κατοχής παράνομων όπλων.
Η αστυνομία δήλωσε ότι το Μάρτιο του 2018 ο Μπασάρ ήταν επίσης ύποπτος για το βιασμό ενός κοριτσιού 11 ετών που ζούσε στον ίδιο καταυλισμό προσφύγων που έμενε κι αυτός με την οικογένειά του.
Ο Μπασάρ κατάφερε να φύγει από τη Γερμανία με ψεύτικη ταυτότητα λόγω της γραφειοκρατικής ανικανότητας: η ομοσπονδιακή συνοριακή αστυνομία δεν κατάφερε να ελέγξει εάν το όνομα στο αεροπορικό εισιτήριο αντιστοιχούσε με αυτό στη ταυτότητα του.
Ο Μπασάρ συνελήφθη στο βόρειο Ιράκ στις 8 Ιουνίου και εκδόθηκε στη Γερμανία την επόμενη μέρα. Επί του παρόντος κρατείται σε μια φυλακή στο Βίζμπαντεν.
Η δολοφονία της Σουζάνα αποτελεί την τέταρτη Γερμανίδας εφήβου που δολοφονείται από παράνομους μετανάστες κατά τους τελευταίους 18 μήνες.
16 Οκτωβρίου 2016. Η Μαρία Λαντενμπούργκερ, μια 19χρονη φοιτήτρια ιατρικής από το Φράιμπουργκ, βιάστηκε και δολοφονήθηκε καθώς επέστρεφε σπίτι της μετά από ένα πάρτυ που είχε γίνει στη σχολή της.
Αυτός που της επιτέθηκε ήταν ο Χουσεΐν Χαβάρι, ο οποίος εισήλθε στη Γερμανία τον Νοέμβριο του 2015 χωρίς έγγραφα ταυτοποίησης. Ισχυρίστηκε ότι γεννήθηκε στο Αφγανιστάν το Νοέμβριο του 1999. Λόγω της υποτιθέμενης ηλικίας του (16), του χορηγήθηκε άσυλο ως ανήλικου ασυνόδευτου μετανάστη και βρέθηκε σε μια οικογένεια αναδόχων.
Αφού ο Χαβάρι συνελήφθη ως ύποπτος στην υπόθεση Λαντενμπούργκερ, το ειδησεογραφικό περιοδικό Stern ανέφερε ότι τον Φεβρουάριο του 2014, ο Χαβάρι καταδικάστηκε σε δέκα χρόνια φυλάκισης για απόπειρα δολοφονίας επειδή έσπρωξε μια 20χρονη γυναίκα σε έναν γκρεμό, στη Κέρκυρα. Η γυναίκα επέζησε της επίθεσης και ο Χαβάρι αφέθηκε ελεύθερος μετά από 18 μήνες φυλάκισης, με βάση την αμνηστία για ανηλίκους παραβάτες. Στη συνέχεια μετανάστευσε στη Γερμανία.
Κατά τη διάρκεια της δίκης του στην Ελλάδα, ο Χαβάρι είπε στο δικαστήριο ότι γεννήθηκε στο Ιράν τον Ιανουάριο του 1996 και ότι είχε φτάσει στην Ευρώπη τον Ιανουάριο του 2013.
Κατά τη διάρκεια της δίκης του στη Γερμανία, ο Χαβάρι ομολόγησε πως βίασε και σκότωσε την Λαντενμπούργκερ. Αποκαλύφθηκε πως ο Χαβάρι γεννήθηκε στο Ιράν στις 29 Ιανουαρίου 1984 και πως όταν σκότωσε την Λαντενμπούργκερ ήταν στην πραγματικότητα 32 χρονών. Στις 22 Μαρτίου 2018, ο Χαβάρι καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για βιασμό και δολοφονία, αλλά σύμφωνα με το γερμανικό δίκαιο, μπορεί να ζητήσει αποφυλάκιση υπό όρους μετά από 15 χρόνια στη φυλακή.
27 Δεκεμβρίου 2017. Η Μία Βαλεντίν, ένα 15χρονο κορίτσι από το Κάντελ, μια μικρή πόλη στο ομόσπονδο κρατίδιο της Ρηνανίας-Παλατινάτου, κοντά στα σύνορα της Γερμανίας με τη Γαλλία, μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου σε ένα τοπικό φαρμακείο. Αυτός που της επιτέθηκε ήταν ο Αμπντούλ Μομπίν, ένας Αφγανός που ζήτησε ανεπιτυχώς άσυλο, που ισχυρίστηκε ότι ήταν 15 ετών.
Η Βαλεντίν και ο δράστης διατηρούσαν σχέση για αρκετούς μήνες, αλλά μετά το τέλος της σχέσης τους με πρωτοβουλία της κοπέλας, στις αρχές Δεκεμβρίου 2017, ο Μομπίν άρχισε να την απειλεί. Στις 15 Δεκεμβρίου, οι γονείς της κοπέλας υπέβαλαν επίσημη καταγγελία στην αστυνομία. Η αστυνομία επισκέφθηκε τον Μομπίν στις 17 Δεκεμβρίου και ξανά το πρωί της 27ης Δεκεμβρίου. Αργότερα εκείνη τη μέρα, ο Μομπίν ακολούθησε την Βαλεντίν στο φαρμακείο και την σκότωσε με ένα μαχαίρι κουζίνας που είχε αγοράσει στο ίδιο κατάστημα. Η κοπέλα πέθανε λίγο αργότερα.
Ο Μομπίν έφτασε στη Γερμανία τον Απρίλιο του 2016 και κατοικούσε αρχικά σε καταυλισμό προσφύγων στη Φρανκφούρτη. Αργότερα μεταφέρθηκε σε καταυλισμό προσφύγων στο Γκερμερσχάιμ, μια μικρή πόλη στο ομόσπονδο κρατίδιο της Ρηνανίας-Παλατινάτου, και έπειτα σε ένα κέντρο νέων στο κοντινό Νόυσταντ. Η αίτησή του για άσυλο απορρίφθηκε τον Φεβρουάριο του 2017, αλλά δεν απελάθηκε. Ο Μομπίν, ο οποίος ήταν γνωστός στην αστυνομία επειδή χτύπησε έναν μαθητή στο σχολείο της Βαλεντίν, είναι υπό κράτηση, ενώ οι γερμανικές αρχές προσπαθούν να καθορίσουν την πραγματική του ηλικία.
12 Μαρτίου 2018. Η Μιρέιγ Μπολντ, ένα 17χρονο κορίτσι από το Φλένσμπουργκ, μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου από τον Αχμάντ Γκουλμπάρ, έναν 18χρονο αιτούντα άσυλο από το Αφγανιστάν. Όπως ισχυρίστηκε, εξοργίστηκε και τη σκότωσε επειδή αρνήθηκε να φορέσει μαντίλα και να προσηλυτιστεί στο Ισλάμ. Ο Γκουλμπάρ είχε φθάσει στη Γερμανία το 2015 ως ανήλικος ασυνόδευτος μετανάστης. Η αίτηση του για άσυλο απορρίφθηκε αλλά δεν απελάθηκε ποτέ.
Η Μπολντ, που ζούσε στο ίδιο κτίριο με τον δράστη, είχε καλέσει την αστυνομία για βοήθεια τουλάχιστον μία φορά πριν δολοφονηθεί. Ένας καλός φίλος της οικογένειας Μπολντ είπε στην εφημερίδα Bild:
«Ο Αχμάντ ζήλευε και ήθελε πάντα να την ελέγχει. Είχαν σχέση από τον Ιανουάριο του 2016, αλλά υπήρχαν συνεχώς φασαρίες. Εκείνος επέμενε να προσηλυτιστεί στο Ισλάμ και να φοράει πάντα μαντίλα.
«Εκείνη δεν ήταν σίγουρη. Όποτε δεν φορούσε μαντίλα υπήρχε πρόβλημα. Η Μιρέιγ μου είπε πως έφυγε μόνος του από το Αφγανιστάν και πως του έλειπε πολύ η οικογένειά του. Υποτίθεται ότι δούλευε σε μία εταιρεία πολιτικών μηχανικών. Μια φορά όταν συναντήθηκε μαζί του, ο Αχμάντ της τηλεφωνούσε κάθε δύο λεπτά για να δει τι συνέβαινε.»
Ο δράστης κρατείται σε προφυλάκιση.
Όπως και με τους θανάτους των άλλων εφήβων, η δολοφονία της Σουζάνα προκάλεσε το συνηθισμένο καταιγισμό πολιτικών δηλώσεων και τη προσποιητή αγανάκτηση των Γερμανών πολιτικών και των μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Ωστόσο, το μέγεθος της δημόσιας οργής για την περίπτωση της Σουζάνα υποδηλώνει ότι η Γερμανία μπορεί να φτάνει σε ένα σημείο καμπής: η γερμανική κυβέρνηση καλείται να λογοδοτήσει για το ρόλο της όσον αφορά τους βιασμούς από μετανάστες.
«Η κυβέρνηση πρέπει να ζητήσει συγχώρεση από τους γονείς της Σουζάνα», δήλωσε η εφημερίδα μαζικής κυκλοφορίας Bild. «Το μόνο πράγμα που είναι χειρότερο από τη δολοφονία ενός παιδιού, είναι η δολοφονία ενός παιδιού από έναν εγκληματία ο οποίος δεν έπρεπε να ήταν στη χώρα μας.»
Ο ηγέτης των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP), Κρίστιαν Λίντνερ, δήλωσε ότι το έγκλημα εγείρει πολλά ερωτήματα: " Γιατί οι αιτούντες άσυλο που οι αιτήσεις τους απορρίπτονται δεν απελαύνονται δίχως άλλο; Γιατί μπόρεσε ο δράστης και η οικογένειά του να διαφύγουν με ψεύτικες ταυτότητες;"
«Αυτό είναι η κατάσταση των Γερμανικών υπηρεσιών ασφαλείας μας», είπε ο πολιτικός Αλεξάντερ Γκραφ Λάμπσντορφ του FDP. «Υπάρχουν απλά πάρα πολλά κενά σε αυτό το σύστημα. Αυτό έχει δημιουργήσει μεγάλη αγανάκτηση εδώ και πολλά χρόνια.»
Ο Κάρστεν Σνάιντερ, διευθυντής της κοινοβουλευτικής ομάδας του SPD, δήλωσε ότι αυτό που έπρεπε να αποσαφηνιστεί γρήγορα ήταν "πώς ο ύποπτος κατάφερε να διαφύγει και πώς μπορεί να προσαχθεί στο δικαστήριο στη Γερμανία το συντομότερο δυνατόν".
«Ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Εσωτερικών πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι υπάρχοντες μηχανισμοί ελέγχου χρησιμοποιούνται κατά την είσοδο και την έξοδο» είπε ο Μπούργχκαρτ Λίσκα, εκπρόσωπος του SPD. «Με τέτοια αμφισβητούμενα έγγραφα και δεδομένου του προορισμού, η Ομοσπονδιακή Αστυνομία θα μπορούσε να διαπιστώσει με μια απλή σύγκριση δακτυλικών αποτυπωμάτων ότι ένας εγκληματίας προσπαθεί να αποδράσει».
«Η σκληρή δολοφονία της Σούζανα με γεμίζει με μεγάλη θλίψη και θυμό,» ανέφερε ο Εκχαρτ Ρέμπεργκ, εκπρόσωπος του CDU. «Ως πολιτικός υπεύθυνος για τον προϋπολογισμό, λέω ότι ... ολόκληρη η διαδικασία χορήγησης ασύλου πρέπει να αλλάξει ριζικά και θα διαθέσουμε τα απαραίτητα χρήματα γι 'αυτό».
Το αντιμεταναστευτικό κόμμα , Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), ζήτησε την παραίτηση ολόκληρης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Σε βίντεο που δημοσιεύτηκε στο Twitter, η επικεφαλής της AfD Αλίς Βάιντελ είπε:
«Η Σουζάνα είναι νεκρή. Η Μαρία από το Φράιμπουργκ· η Μία από τη περιοχή Κάντελ· η Μιρέιγ από το Φλένσμπουργκ· και τώρα η Σουζάνα από το Μάιντς...
«Ο θάνατος της Σουζάνα δεν είναι απλά ένα τυχαίο περιστατικό. Ο θάνατος της Σουζάνα είναι αποτέλεσμα οργανωμένης ανευθυνότητας πολλών χρόνων και της σκανδαλώδους αποτυχίας των πολιτικών ασύλου και μετανάστευσής μας. Η Σουζάνα είναι θύμα μιας ανεξέλεγκτης πολυπολιτισμικής ιδεολογίας αριστερού προσανατολισμού που δεν θα σταματήσει να επιβάλει την αίσθηση της ηθικής της υπεροχής. Η Σουζάνα είναι ένα ακόμη θύμα της υποκριτικής και εγωιστικής πολιτικής υποδοχής της Καγκελάριου Άνγκελα Μέρκελ.
«Από νομική άποψη, δεν έπρεπε ποτέ να είχε επιτραπεί στον Αλί Μπασάρ να έρθει στη Γερμανία. Το αίτημα ασύλου του απορρίφθηκε πάνω από δύο χρόνια τώρα και θα έπρεπε να είχε απελαθεί. Ο Μπασάρ ήταν γνωστός στην αστυνομία για σωματική επίθεση, επίθεση σε αστυνομικούς και κατοχή παράνομων όπλων. Το Μάρτιο του 2018 ήταν ύποπτος για τον βιασμό ενός 11χρονου κοριτσιού σε ένα καταυλισμό προσφύγων. Σύμφωνα με το νόμο, ο Μπασάρ έπρεπε να είχε φύγει από τη Γερμανία καιρό πριν ή να είχε συλληφθεί.
«Ένας παράλογος νόμος για το άσυλο και μια αλλόκοτη πολιτική ασύλου ... που είναι επιεικέστεροι απέναντι στους απατεώνες και τους εγκληματίες , αλλά αγνοεί τις γνήσιες ανησυχίες των Γερμανών πολιτών.
«Ο Αλί Μπασάρ, οι γονείς του και τα πέντε αδέλφια του ζούσαν εδώ εις βάρος των φορολογούμενων, δεν μπορούσαν να απελαθούν, αλλά μετά το έγκλημα του Αλί βρήκαν τα χρήματα να το σκάσουν από τη Γερμανία με παραποιημένα έγγραφα. Κανένα πρόβλημα σε μια Γερμανία με ανοιχτά σύνορα.
«Τη μέρα του φόνου της Σουζάνα, εσείς [κ. Μέρκελ]καταθέσατε στο κοινοβούλιο πως έχετε χειριστεί υπεύθυνα τη μεταναστευτική κρίση. Τολμάτε να επαναλάβετε αυτόν τον ισχυρισμό στους γονείς της Σουζάνα; Λοιπόν όχι. Η απονιά σας και η αλαζονεία σας δείχνει ότι δεν αισθάνεστε την ανάγκη να αφιερώσετε μια λέξη στα θύματα της πολιτικής σας.. Αυτό είναι απαράδεκτο για εμάς τους πολίτες. Θα αναλάβετε επιτέλους την ευθύνη, κα Μέρκελ; Εσείς και ολόκληρο το υπουργικό σας συμβούλιο θα πρέπει να παραιτηθείτε ώστε να καταστεί δυνατή μια άλλη πολιτική ασύλου, προκειμένου οι γονείς της χώρας αυτής να μην χρειάζεται πλέον να φοβούνται για την ασφάλεια των παιδιών τους.»
Το ειδησεογραφικό περιοδικό Stern καταλήγει:
«Οι συναισθηματικές αντιδράσεις στην περίπτωση της Σουζάνα δείχνουν το πώς έχει αλλάξει η Γερμανία. Ήδη το καλοκαίρι της προσφυγικής κρίσης, όταν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι ήρθαν στη χώρα, υπήρχαν προειδοποιήσεις ότι η διάθεση του πληθυσμού ενδέχεται να αλλάξει...
«Η περίπτωση της Σουζάνα οδηγεί στη συνειδητοποίηση πως ο έλεγχος έχει χαθεί, ένα κράτος σε συνθήκες υπερβολικής πίεσης που αδυνατεί να θέσει υπό έλεγχο την πολιτική ασύλου —ειδικά σε μια κοινωνία που αγαπάει το νόμο και την τάξη. Πλέον υπάρχουν συνεχώς αιτήματα για πιο αυστηρούς νόμους. Το τρέχον σκάνδαλο κακοδιοίκησης στην Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Μετανάστευσης και Προσφύγων [οι υπάλληλοι μετανάστευσης δωροδοκήθηκαν λαμβάνοντας χρηματικά ποσά ώστε να χορηγηθεί άσυλο σε περισσότερους από 1.200 μετανάστες] φαίνεται να ενισχύουν την εντύπωση ότι το κράτος έχει αποτύχει.»
Ο Soeren Kern είναι Ανώτερος Συνεργάτης στο Ινστιτούτο Gatestone που εδρεύει στη Νέα Υόρκη.