
Μια φορά κι έναν καιρό, πολύ πριν από τα λοκντάουν για τον Covid-19, η Δύση προσποιήθηκε ότι ανησυχεί για θέματα όπως η ελευθερία, το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα και τους κινδύνους παρακολούθησης και συλλογής πληροφοριών των πολιτών της. Το αστυνομοκρατούμενο κράτος της Κίνας χαρακτηρίστηκε ─τουλάχιστον δημοσίως─ ως βδέλυγμα που απειλούσε τα ανθρώπινα δικαιώματα, και όχι παράδειγμα προς μίμηση.
Δυστυχώς, αυτό δεν φαίνεται πλέον να ισχύει. Για χρόνια, στο όνομα της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας, της ενεργειακής απόδοσης, της ασφάλειας και της ευκολίας, τα Ηνωμένα Έθνη και το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF), με επικεφαλής τον Κλάους Σβαμπ, προωθούν την παγκόσμια επιτήρηση με τη μορφή των λεγόμενων «έξυπνων πόλεων». Στην Κίνα, ήδη από το 2018, υπήρχαν πάνω από 500 έξυπνες πόλεις.
Κατά τη διάρκεια του Covid-19, τα Ηνωμένα Έθνη και το WEF χρησιμοποίησαν το σύνθημα: «Build Back Better»(χτίζοντας το μέλλον καλύτερα) ─το οποίο ανακυκλώθηκε από τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν. Αμέτρητοι ηγέτες κρατών, σαν μικρά προγραμματισμένα bots των Ηνωμένων Εθνών και του WEF, επαναλάμβαναν ασταμάτητα το σύνθημα, ενώ οι περισσότεροι ανυποψίαστοι πολίτες δεν είχαν ιδέα τι σήμαινε αυτό. Οι ηγέτες άρχισαν να ευχαριστούν την πανδημία του Covid-19 για την προσφορά της «ευκαιρίας» που δίνεται μια φορά στη ζωή για την αποκατάσταση όσων καταστροφών είχαν προκαλέσει οι δικές τους πολιτικές για την πανδημία, ιδίως τα λοκντάουν. Ο Μπάιντεν παρουσίασε ένα σχέδιο ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων, το Build Back Better, έχοντας ως μία από τις υψηλότερες προτεραιότητές του «την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής» μέσω της δημιουργίας «έξυπνων υποδομών».
Το WEF, χωρίς να προσπαθεί να κρύψει τις κομμουνιστικές του φιλοδοξίες, υποστήριξε σε μια εφημερίδα ότι ο ίδιος ο καπιταλισμός θα έπρεπε να «επανεφευρεθεί». Όπως είναι γνωστό, ο Σβαμπ φαίνεται να είναι μεγάλος θαυμαστής του κινεζικού κομμουνιστικού κράτους, το οποίο επαίνεσε το 2022 ως «πρότυπο» προς μίμηση. «Πιστεύω ότι πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στην επιβολή συστημάτων. Αλλά το κινεζικό μοντέλο είναι σίγουρα ένα πολύ ελκυστικό μοντέλο για αρκετές χώρες», δήλωσε ο Σβαμπ στην κινεζική κρατική τηλεόραση.
Ο τρόπος για να γίνει πράξη το «build back better», σύμφωνα με τον ΟΗΕ και το WEF, είναι η ίδρυση «έξυπνων πόλεων»:
«Περισσότερο από το 90% των κρουσμάτων COVID-19 έχουν εμφανιστεί σε αστικές περιοχές που έχουν βρεθεί στο επίκεντρο της πανδημίας [...]. Τώρα είναι η ευκαιρία μας να ανακάμψουμε καλύτερα, χτίζοντας πόλεις πιο ανθεκτικές, ανοιχτές σε όλους, και βιώσιμες. Καινοτομίες και τεχνολογίες όπως το Διαδίκτυο των Πραγμάτων (IoT) ή η Τεχνητή Νοημοσύνη (AI) παρέχουν τη δυνατότητα αναβάθμισης αστικών υπηρεσιών και επίτευξης μεγαλύτερης διοικητικής αποτελεσματικότητας. Η έννοια των «έξυπνων πόλεων», που μπορεί να συμβάλει στην τόνωση της ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς, στην προώθηση της κοινωνικής ένταξης, στη μείωση της κυκλοφοριακής συμφόρησης, στην καταπολέμηση των εγκλημάτων, στη βελτίωση της ανθεκτικότητας κατά τη διάρκεια φυσικών καταστροφών και στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, μπορεί να δώσει μια λύση στα αστικά προβλήματα, τόσο στις αναπτυσσόμενες όσο και στις αναπτυγμένες χώρες».
Ο Σβαμπ παρομοίασε την «κλιματική αλλαγή» με τον Covid-19, αποκαλώντας τον μάλιστα «ιό» τον Δεκέμβριο του 2024:
«Έτσι είναι μια συνειδητοποίηση ότι τώρα, είναι γενικά αποδεκτό ότι η κλιματική αλλαγή, αν δεν την αντιμετωπίσουμε, θα μπορούσε να γίνει ο επόμενος μεγάλος, ας πούμε ιός, με πολύ πιο καταστροφικές και μακροπρόθεσμες συνέπειες σε σύγκριση με τον COVID-19».
Στα χαρτιά, η έξυπνη πόλη συνήθως προωθείται ως τεχνο-ουτοπική ευλογία. Το National Geographic, σε ένα κείμενο για παιδιά, την ορίζει ως εξής:
«Έξυπνη πόλη, λοιπόν, είναι μια πόλη στην οποία αναπτύσσεται μια σουίτα αισθητήρων (συνήθως εκατοντάδων ή χιλιάδων) για τη συλλογή ηλεκτρονικών δεδομένων από ανθρώπους και υποδομές, ώστε να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα και η ποιότητα ζωής. Οι κάτοικοι και οι εργαζόμενοι στην πόλη, με τη σειρά τους, μπορούν να έχουν εφαρμογές που τους επιτρέπουν να έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες της πόλης, να λαμβάνουν και να εκδίδουν αναφορές για διακοπές λειτουργίας ρεύματος, να ενημερώνονται σχετικά με ατυχήματα και εγκλήματα, να πληρώνουν φόρους, τέλη και τα σχετικά. Στην έξυπνη πόλη, δίνεται έμφαση στην αποτελεσματικότητα και τη βιωσιμότητα».
Στην πραγματικότητα, ο σκοπός της έξυπνης πόλης, όπως φαίνεται από την ευρεία εφαρμογή της στην Κίνα, έχει μικρή σχέση με τη βελτίωση της ποιότητας ζωής. Αντίθετα, πρόκειται κατά κύριο λόγο για κρατική επιτήρηση, ακολουθούμενη από πλήρη παρακολούθηση και έλεγχο των κατοίκων και την ανεμπόδιστη εξαγωγή πληροφοριών για το χρηματοπιστωτικό κοινωνικό σύστημα. Σύμφωνα με το MIT Technology Review:
«Η κυβέρνηση φαίνεται να πιστεύει ότι όλα αυτά τα προβλήματα συνδέονται χαλαρά με την έλλειψη εμπιστοσύνης, και ότι η οικοδόμηση εμπιστοσύνης απαιτεί μια ενιαία λύση. Έτσι, όπως η αξιολόγηση της οικονομικής πιστοληπτικής ικανότητας βοηθά στην αξιολόγηση της φερεγγυότητας ενός ατόμου, η κυβέρνηση πιστεύει ότι κάποια μορφή "κοινωνικής πίστης" μπορεί κατά τα άλλα να βοηθήσει τους ανθρώπους να αξιολογήσουν την αξιοπιστία των άλλων».
Η προπαγάνδα του National Geographic σχετικά με τα οφέλη των έξυπνων πόλεων απηχεί τρομακτικά τον τρόπο με τον οποίο οι Κινέζοι κομμουνιστές προώθησαν την έξυπνη πόλη όταν ήταν ακόμη στα σπάργανα. Ο δήμαρχος Τσεν Σινφά του Καραμάι, μιας πόλης στο Σινγιάνγκ, δήλωσε το 2012:
«Η τεχνολογία της πληροφορίας δεν αφορά μόνο την τεχνολογία. Θα πρέπει να ενσωματωθεί σε όλες τις πτυχές της ζωής στην πόλη μας και να κάνει τη ζωή των ανθρώπων πιο άνετη. Η "έξυπνη πόλη" θα μπορούσε επίσης να προειδοποιήσει τους ηγέτες των πόλεων όπως εγώ για το τι πρέπει να γίνει επειγόντως σχετικά με τη διαχείριση της πόλης ή τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Για το Kαραμάι, αυτό δεν αποτελεί το μέλλον, αλλά πρόκειται για αυτό που συμβαίνει τώρα».
Το Σινγιάνγκ είναι μια «αυτόνομη περιοχή» στην Κίνα, όπου οι εθνοτικοί Ουιγούροι ήταν από τους πρώτους στη χώρα που παρακολουθούνταν με τεχνολογία επιτήρησης και αναγνώρισης προσώπου 24/7.
Οι έξυπνες πόλεις, στην πραγματικότητα, είναι μια κινεζική κομμουνιστική ιδέα, που καθιερώθηκε από την κινεζική κυβέρνηση στο 12ο Πενταετές Σχέδιό της, που εκδόθηκε το 2011.
Στην Κίνα, οι έξυπνες πόλεις έχουν σκόπιμα εξελιχθεί σε τρομακτικούς τυραννικούς εφιάλτες. Σε πολλές πόλεις, μεταξύ των οποίων η Σαγκάη και το Χανγκζού, η κάθε περιοχή έχει ένα κέντρο δεδομένων, γνωστό ως «City Brain» (εγκέφαλος της πόλης), που παρακολουθεί και αποθηκεύει απίστευτες ποσότητες πληροφοριών για όλους τους πολίτες. Τα δεδομένα συλλέγονται από εκατομμύρια κάμερες παρακολούθησης με τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου, με τη βοήθεια τεχνητής νοημοσύνης. Όλες καταγράφουν τις πιο μικρές λεπτομέρειες, όπως το αν ένας εργάτης οικοδομών φοράει το κράνος του στη δουλειά, αν κάποιος πέταξε τα σκουπίδια σε μέρος που δεν έπρεπε, και άλλες μικρές παραβάσεις. Οι αστυνομικές περιπολίες έχουν πρόσβαση στα συστήματα παρακολούθησης μέσω μιας εφαρμογής για κινητά, για να τους επιτρέπεται να ενεργούν άμεσα σε τυχόν παραβάσεις του νόμου.
Αυτό το ίδιο «έξυπνο» σύστημα προωθείται παντού στην Κίνα. Σύμφωνα με την Deutsche Welle, «τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Κίνας καυχώνται ότι η αστυνομία μπορεί να εντοπίσει οποιονδήποτε στο δρόμο μέσα σε ένα μόνο δευτερόλεπτο». Οι κινέζοι πολίτες παρακολουθούνται σε κάθε βήμα της καθημερινής τους ζωής, ακόμη και όταν περνούν τη είσοδο της πολυκατοικίας τους: κατά τη διάρκεια των λοκντάουν, η αστυνομία μπορούσε να ενεργήσει άμεσα σε περίπτωση που κάποιος τολμούσε να αψηφήσει την απαγόρευση εξόδου.
Εάν ένας πολίτης υποπέσει σε αδικήματα, μειώνεται η πιστοληπτική του ικανότητα, γεγονός που με τη σειρά του μπορεί να τον εντάξει στη μαύρη λίστα και να μην μπορεί να κάνει αεροπορικά ή σιδηροδρομικά ταξίδια, να του απαγορευτεί η έξοδος από τη χώρα, να μην μπορεί να έχει πρόσβαση σε υπηρεσίες, και ίσως να μην μπορεί να νοικιάσει σπίτι. Αυτό είναι το κινεζικό σύστημα που ο Σβαμπ θαυμάζει τόσο ανοιχτά.
Αυτές οι απολυταρχικές, φρικιαστικές πτυχές των έξυπνων πόλεων, τις οποίες ο Σβαμπ και οι υπέρμαχοι της παγκοσμιοποίησης του WEF φαίνεται να θαυμάζουν τόσο πολύ, καθώς και η προέλευσή τους, σπάνια, έως ποτέ δεν αναφέρονται από τα συμβατικά μέσα ενημέρωσης όταν περιγράφουν τη έννοια. Σύμφωνα με ένα άρθρο του World Population Review το 2024:
«Με τον αυξανόμενο αστικό πληθυσμό σε ολόκληρο τον κόσμο, οι έξυπνες πόλεις και η τεχνολογία τους επιτρέπουν στις κυβερνήσεις να παρακολουθούν και να βελτιώνουν τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές πτυχές της ζωής των κατοίκων και των επισκεπτών της, κάνοντας τη ζωή πιο ευχάριστη, αποτελεσματική και βιώσιμη. Δημόσιες και ιδιωτικές εταιρείες και ομοσπονδιακές, πολιτειακές και αστικές κυβερνήσεις συνεργάζονται για να κάνουν δυνατές τις έξυπνες πόλεις.
Οι πρώτες έξυπνες πόλεις στην Ευρώπη ήταν η Βαρκελώνη και το Άμστερνταμ [...]. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Σαν Φρανσίσκο, η Ατλάντα, η Νέα Υόρκη, το Μαϊάμι, το Ντένβερ, η Βοστώνη, το Κολόμπους, το Σικάγο και το Κάνσας Σίτι ήταν από τις πρώτες έξυπνες πόλεις των ΗΠΑ».
Δεν γίνεται καμία αναφορά στην Κίνα και τις περισσότερες από 500 έξυπνες πόλεις της, γιατί αυτό μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να αρχίσουν να αμφισβητούν το σχέδιο. Καλύτερα να προσποιούμαστε ότι είναι ευρωπαϊκή ιδέα.
Το 2023 το Mobile Magazine υποστήριξε ψευδώς ότι «οι 10 κορυφαίες έξυπνες πόλεις που καθορίζουν τον ρυθμό της παγκόσμιας καινοτομίας» βρίσκονται στην Ευρώπη, ακολουθούμενες από τις ΗΠΑ, και ότι «υπάρχουν σήμερα περισσότερες από 140 έξυπνες πόλεις σε ολόκληρο τον κόσμο» ─παραλείποντας εντελώς οποιαδήποτε αναφορά στην Κίνα και τις περισσότερες από τις 500 έξυπνες πόλεις της.
Το 2014, όταν ο δημόσιος διάλογος για το θέμα εξακολουθούσε να περιλαμβάνει κριτική για τις κινεζικές έξυπνες πόλεις, το Επιχειρηματικό Συμβούλιο ΗΠΑ-Κίνας έγραψε:
«Ακόμη πιο δυσοίωνα, τέτοια συστήματα προσφέρουν ένα άνευ προηγουμένου επίπεδο επιτήρησης και ελέγχου των δημόσιων χώρων, και ένα μέσο για τη συγκέντρωση τεράστιου όγκου δεδομένων για μεμονωμένους πολίτες. Σε ολόκληρο τον κόσμο, οι πόλεις βρίσκονται ακόμη σε πρώιμα στάδια κατανόησης και διαχείρισης των δυνατοτήτων που μπορούν να παρέχουν αυτά τα συστήματα, και, επίσης, οι εταιρείες τεχνολογίας έξυπνων πόλεων δεν ήταν τόσο ενεργητικές όσο θα μπορούσαν για να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα της δημόσιας ασφάλειας των δεδομένων. Στην Κίνα, έχει γίνει ελάχιστη ή καθόλου δημόσια συζήτηση για αυτήν την πτυχή του οράματος της έξυπνης πόλης, και ορισμένες διεθνείς εταιρείες, όπως η Cisco, έχουν επικριθεί στις εγχώριες αγορές τους ότι προμηθεύουν την Κίνα με τεχνολογία επιτήρησης».
Σήμερα, προφανώς, κανείς δεν ανησυχεί για την τεχνολογία επιτήρησης. Είναι όλα μέρος του «νέου κανονικού» ή, σύμφωνα με το WEF, πρόκειται για «τη μεγάλη επαναφορά».
«Η κρίση του COVID-19 μας έδειξε ότι τα παλιά μας συστήματα δεν είναι πλέον κατάλληλα για τον 21ο αιώνα», είπε ο Σβαμπ το 2020. «Εν ολίγοις, χρειαζόμαστε μια μεγάλη επαναφορά».
Σύμφωνα με το WEF ―και, παραδόξως, με τον δισεκατομμυριούχο Kινγκ Τσαρλς, ο οποίος ήταν συνεργάτης του WEF στην απαρχή αυτής της προσπάθειας– χρειαζόμαστε μια «καλύτερη μορφή καπιταλισμού», και γι' αυτό το WEF συγκεντρώνει όλα μαζί «τα καλύτερα μυαλά του κόσμου για να αναζητήσουν έναν καλύτερο, πιο δίκαιο, πιο πράσινο, πιο υγιή πλανήτη καθώς ανακάμπτουμε από την πανδημία».
Ο ρόλος του WEF στην καθοδήγηση έξυπνων πόλεων παγκοσμίως είναι βασικός. Το WEF, για παράδειγμα, παρόλο που δεν εκλέγεται από κανέναν, ηγείται της πρωτοβουλίας της G20 του 2022 για έξυπνες πόλεις, την οποία περιγράφει ως εξής:
«Με επικεφαλής το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, η Παγκόσμια Συμμαχία Έξυπνων Πόλεων της G20 για την Τεχνολογική Διακυβέρνηση είναι η μεγαλύτερη παγκόσμια πρωτοβουλία που στοχεύει στη διασφάλιση υπεύθυνης και ηθικής χρήσης των τεχνολογιών των έξυπνων πόλεων.
Αναπτύσσει, δοκιμάζει και εφαρμόζει παγκόσμια πρότυπα και πολιτικές για να διασφαλίσει ότι τα δεδομένα που συλλέγονται από δημόσιους χώρους χρησιμοποιούνται με ασφάλεια και ηθική, μετριάζουν πιθανούς κινδύνους, και ενισχύουν την εμπιστοσύνη του κοινού».
Ποιος όμως παρακολουθεί τους παρατηρητές; Η όλη ιδέα μοιάζει με την αλεπού παρακολουθεί το κοτέτσι.
Ο μη εκλεγμένος Σβαμπ κατέχει επίσης εξέχουσα θέση στις συνεδριάσεις της G20 για λόγους που είναι εντελώς ασαφείς, αλλά μπορεί να οφείλεται στο ότι, παλιά, αρκετοί από τους ηγέτες των χωρών της G20 είχαν τεθεί στο πρόγραμμα Young Global Leaders. Ο Σβαμπ είναι ευρέως γνωστό ότι καυχήθηκε σε μια συνέντευξη το 2017 ότι το WEF διεισδύει στην πολιτική ηγεσία των εθνών-κρατών:
«Αυτό για το οποίο είμαστε πολύ περήφανοι τώρα με τη νέα γενιά όπως τον πρωθυπουργό Τριντό, τον πρόεδρο της Αργεντινής και ούτω καθεξής, είναι ότι έχουμε διεισδύσει στα υπουργικά συμβούλια. Έτσι χθες, ήμουν σε μια δεξίωση για τον πρωθυπουργό Τριντό, και ξέρω ότι το μισό του υπουργικό συμβούλιο, ή ακόμη περισσότερο από το μισό, είναι... στην πραγματικότητα οι νέοι παγκόσμιοι ηγέτες μας στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ».
Μεταξύ άλλων απόφοιτων του προγράμματος Young Global Leaders είναι ο γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, η γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ, ο πρώην πρωθυπουργό της Ιρλανδίας Λίο Βαράντκαρ, η πρώην πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας Τζασίντα Άρντερν, πολλοί υπουργοί κυβερνήσεων από ολόκληρο τον κόσμο, ευρωπαίοι βασιλικοί ηγέτες και επιχειρηματικοί και πολιτιστικοί ηγέτες.
Ο Σβαμπ έχει καταστήσει σαφές ότι ο ίδιος και ο πολιτικός και επιχειρηματικός του κύκλος του έχουν μια ζοφερή, περιεκτική άποψη για τον ελεύθερο κόσμο: απόλυτη επιτήρηση, απόλυτο έλεγχο.
Οι ετήσιες συναντήσεις του Σβαμπ στο Νταβός, στις οποίες οι πολιτικές, επιχειρηματικές και πολιτιστικές ελίτ του κόσμου πραγματοποιούν μυστικές συναντήσεις για το μέλλον του κόσμου χωρίς να αντιμετωπίζουν επικριτικά ερωτήματα ―προφανώς― δεν υπόκεινται σε καμία μορφή διαφάνειας. Το WEF, όπως φαίνεται, φοβάται τόσο πολύ την κριτική και τη διαφάνεια που έχει απενεργοποιήσει τα σχόλια στον ίδιο του τον λογαριασμό στο X.
Οι εκλεγμένοι ηγέτες, οι οποίοι υποτίθεται ότι βρίσκονται στο Νταβός για να φροντίσουν τα συμφέροντα των «λαών», συνεχίζουν να προσκυνούν στο βωμό του Σβαμπ. Συρρέουν στην ετήσια συνάντηση που διοργανώνεται εκεί κάθε Ιανουάριο, πιθανώς με την ελπίδα ότι αυτοί, οι χρισμένοι, θα είναι αυτοί που θα κυβερνήσουν στο ελιτίστικο παγκόσμιο πολιτικό του γραφείο.
Ίσως αυτοί, όπως ο Σβαμπ, θέλουν να έχουν τον απόλυτο έλεγχο. Αν μη τι άλλο, ο χειρισμός της πανδημίας του Covid-19 από τους παγκόσμιους ηγέτες, ειδικά εκείνων της Δύσης, απέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι λαχταρούσαν να υιοθετήσουν τις αξίες του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος: εφαρμογή ακραίων λοκντάουν, κλείσιμο των «μικρών» επιχειρήσεων και άνοιγμα των «μεγάλων καταστημάτων», απαγόρευση των παιδιών να πάνε στο σχολείο, έλεγχος της πρόσβασης των ανθρώπων σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους, έλεγχος των κινήσεών τους, επιβολή προστίμων για «παραβίαση» των λοκντάουν, επιβολή μάσκας και υποχρεωτικός εμβολιασμός. Ορισμένες χώρες, όπως η Αυστραλία, έφτασαν στο σημείο να βάζουν ανθρώπους που είναι ύποπτοι για Covid-19 σε καταυλισμούς καραντίνας. Όταν κάποιοι από αυτούς, που είχαν βγει αρνητικοί την προηγούμενη μέρα, προσπάθησαν να διαφύγουν, συνελήφθησαν σε κοντινό σημείο αστυνομικού ελέγχου που είχε δημιουργηθεί για αυτόν τον σκοπό.
Όλα αυτά τα θεμελιωδώς απολυταρχικά μέτρα υιοθετήθηκαν από τους λεγόμενους δημοκρατικούς ηγέτες στο όνομα της «υγείας».
Φανταστείτε τι είναι διατεθειμένοι να υιοθετήσουν ―για λογαριασμό σας, φυσικά― στο όνομα του «κλίματος».
Ο Robert Williams έχει έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες.