Η 30η επέτειος της 4ης Ιουνίου της σφαγής των διαδηλωτών υπέρ της δημοκρατίας από το κινεζικό καθεστώτος το 1989 στην πλατεία Τιεν Αν Μεν υπογραμμίζει την ακραία λογοκρισία που υπάρχει στην Κίνα υπό την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ) και του Προέδρου Σι Τζινπίνγκ.
Η επέτειος της εξέγερσης στην πλατεία Τιεν Αν Μεν αναφέρεται κατ' ευφημισμόν στην ηπειρωτική Κίνα, ως «το Συμβάν της 4ης Ιουνίου». Το κόμμα προφανώς φοβάται ότι οποιαδήποτε συζήτηση, πόσο μάλλον δημόσιος εορτασμός, αυτού του ιστορικού γεγονότος θα προκαλέσει αναταραχές, οι οποίες θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την απόλυτη εξουσία του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Το διαδίκτυο στην Κίνα βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, ειδικά μέσω της αυστηρής λογοκρισίας που ασκείται από τον κορυφαίο λογοκριτή διαδίκτυού του κόμματος, την Διοίκηση Κυβερνοχώρου της Κίνας (CAC), που ιδρύθηκε το 2014. Τον Μάιο του 2017, σύμφωνα με αναφορά του Reuters, η CAC εισήγαγε αυστηρές οδηγίες απαιτώντας όλες οι διαδικτυακές πλατφόρμες που παράγουν ή διανέμουν ειδήσεις «να ελέγχονται από συντακτικό προσωπικό εγκεκριμένο από το κόμμα» που έχουν «εγκριθεί από τα εθνικά ή τοπικά κυβερνητικά γραφεία διαδικτύου και πληροφοριών, ενώ οι εργαζόμενοι τους πρέπει να λαμβάνουν εκπαίδευση και να φέρουν διαπιστευτήρια από την κεντρική κυβέρνηση».
Η μη κερδοσκοπική οργάνωση Freedom House, στο «Freedom on the Net 2018,» την αξιολόγησή της για το 2018 σχετικά με την ελευθερία στο Διαδίκτυο σε 65 χώρες, κατατάσσει την Κίνα τελευταία. Η ΜΚΟ Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα, στον παγκόσμιο δείκτη ελευθερίας του τύπου για το 2019, κατέταξε την Κίνα στην 177η θέση από τις 180 χώρες, μετά την Ερυθραία, τη Βόρεια Κορέα και το Τουρκμενιστάν. Η Επιτροπή Προστασίας των Δημοσιογράφων (CPJ), κατά την απογραφή που διεξήγαγε το 2018 στις φυλακές, απαρίθμησε τουλάχιστον 47 δημοσιογράφους φυλακισμένους στην Κίνα, αλλά με βάση αναφορές της CPJ, ο αριθμός ενδεχομένως να είναι μεγαλύτερος: «οι αρχές παρεμποδίζουν σκοπίμως την διάδοση πληροφοριών». Τον Μάρτιο του 2019, η CPJ ερεύνησε τουλάχιστον δεκάδες επιπλέον περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων των συλλήψεων που πραγματοποιήθηκαν τον Δεκέμβριο του 2018 σε 45 συνεισφέροντες στο περιοδικό για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την θρησκευτική ελευθερία, Bitter Winter, τo οποίo η Κίνα στοχοποιεί ως «ξένη εχθρική ιστοσελίδα».
Σε «ευαίσθητες» περιπτώσεις όπως η επέτειος της εξέγερσης στην πλατεία Τιεν Αν Μεν, ολόκληρες ιστοσελίδες μπλοκάρονται. Από τον Απρίλιο, πριν από την επέτειο, η Wikipedia είχε μπλοκαριστεί σε όλες τις γλώσσες. Ο ιστότοπος της Wikipedia στην κινεζική γλώσσα έχει μπλοκαριστεί στην Κίνα από το 2015. Ιστοσελίδες όπως το Google, το Facebook, το Twitter, το Instagram και άλλοι ιστότοποι έχουν επίσης αποκλειστεί εδώ και καιρό στην Κίνα.
Οι όροι αναζήτησης μπλοκάρονται επίσης σε τέτοιες «ευαίσθητες» περιπτώσεις. Στο παρελθόν, ακόμη και κοινές, αθώες λέξεις όπως «σήμερα» ή «αύριο» είχαν μπλοκαριστεί.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας έλαβε δραστικά μέτρα όσον αφορά την επέτειο της εξέγερσης στην πλατεία Τιεν Αν Μεν ήδη από τον Ιανουάριο του 2019: Στις 3 Ιανουαρίου, η Διοίκηση Κυβερνοχώρου της Κίνας (CAC), ανακοίνωσε στην ιστοσελίδα της ότι ξεκίνησε μια νέα εκστρατεία κατά των «αρνητικών και επιβλαβών πληροφοριών» στο διαδίκτυο. Η εκστρατεία επρόκειτο να διαρκέσει έξι μήνες - συμπίπτοντας με την επέτειο της 4ης Ιουνίου. Ο ορισμός των «αρνητικών και επιβλαβών πληροφοριών» περιελάβανε τα πάντα: Οτιδήποτε περιεχόμενο «πορνογραφικό, χυδαίο, βίαιο, τρομακτικό, ανέντιμο, προληπτικό, καταχρηστικό, απειλητικό, προκλητικό, με σκοπό να διαδώσει φήμες και φανταστικό» ή που σχετίζεται με «τζόγο» ή διαδίδει «κακό τρόπο ζωής και κακή κουλτούρα» αφαιρέθηκε από κάθε πιθανή πλατφόρμα στο διαδίκτυο. Η CAC πρόσθεσε , «Όσοι επέτρεψαν παράνομες συμπεριφορές θα τιμωρηθούν αυστηρά».
Στην Κίνα, η λογοκρισία, πλέον ευρέως αυτοματοποιημένη, έχει φτάσει σε «πρωτοφανή επίπεδα ακρίβειας, με τη βοήθεια της μηχανικής μάθησης και της αναγνώρισης φωνής και εικόνας.» σύμφωνα με μία πρόσφατη αναφορά του Reuters. Τα λόγια των Κινέζων λογοκριτών είναι τα εξής:
«Μερικές φορές λέμε ότι η τεχνητή νοημοσύνη είναι νυστέρι, και πως ένας άνθρωπος είναι μαχαίρι... Όταν ξεκίνησα για πρώτη φορά αυτή τη δουλειά πριν από τέσσερα χρόνια, υπήρχε η δυνατότητα να διαγράψω τις εικόνες από την Τιεν Αν Μεν, αλλά τώρα η τεχνητή νοημοσύνη είναι πολύ ακριβής».
Η αυστηρή λογοκρισία της Κίνας συμβαδίζει με τη σοβαρή καταστολή της θρησκευτικής ελευθερίας. Ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Θρησκευτικής Ελευθερίας, Thomas F. Farr, σε συνέδριο τον Νοέμβριο του 2018 στην Εκτελεστική Επιτροπή του Κογκρέσου για την Κίνα, περιέγραψε τη θρησκευτική καταπίεση στη Κίνα ως «την πιο συστηματική και βάναυση προσπάθεια ελέγχου των κινεζικών θρησκευτικών κοινοτήτων από την εποχή της Πολιτιστικής Επανάστασης». Όπως και σε άλλα κομμουνιστικά καθεστώτα, όπως εκείνο της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, η κομμουνιστική ιδεολογία δεν ανέχεται καμία ανταγωνιστική αφήγηση.
«Η θρησκεία είναι μια πηγή εξουσίας, και ένα αντικείμενο αφοσίωσης, γεγονός που την καθιστά σημαντικότερη από το κράτος,» έγραψε ο Farr. «Αυτό το χαρακτηριστικό της θρησκείας υπήρξε ανέκαθεν απεχθές για τους ολοκληρωτικούς δικτάτορες της ιστορίας, όπως ο Στάλιν, ο Χίτλερ και ο Μάο...»
Η βίαιη θρησκευτική και πολιτισμική καταπίεση των Θιβετιανών στην Κίνα συνεχίζεται εδώ και 70 περίπου χρόνια, αλλά η Κίνα αποσκοπεί στο να καταστρέψει τη θιβετιανή θρησκεία. Ο χριστιανισμός, για παράδειγμα, θεωρήθηκε από την αρχή ως απειλή για τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας όταν αυτή ιδρύθηκε το 1949. Αυτό ήταν ιδιαίτερα εμφανές στην ακμή της Πολιτιστικής Επανάστασης (1966-1976), όταν τόποι λατρείας κατεδαφίστηκαν, έκλεισαν ή επαναπροσδιορίστηκαν και θρησκευτικές πρακτικές απαγορεύτηκαν», σύμφωνα με το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων. Ορισμένοι χριστιανοί κληρικοί έχουν φυλακιστεί εδώ σχεδόν 30 χρόνια. Τα τελευταία χρόνια, η καταπίεση των χριστιανών στην Κίνα έχει προφανώς επιδεινωθεί. Από τα τέλη του 1990, το Κινεζικό καθεστώς στοχεύει επίσης το Φάλουν Γκονγκ.
Η Κίνα κλείνει εκκλησίες και αφαιρεί σταυρούς, τους οποίους αντικαθιστούν με την εθνική σημαία και εικόνες του Χριστού αντικαθίστανται με εικόνες του προέδρου Σι Τζινπίνγκ. Στα παιδιά, τους μελλοντικούς κομιστές της κομμουνιστικής ιδεολογίας, έχει απαγορευτεί η επίσκεψη στην εκκλησία. Τον Σεπτέμβριο του 2018, η Κίνα έκλεισε μία από τις μεγαλύτερες υπόγειες εκκλησίες, την εκκλησία Zion στο Πεκίνο. Τον Δεκέμβριο του 2018, ο πάστορας της υπόγειας Εκκλησίας Early Rain, Wang Yi και η σύζυγός του συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν για «υποκίνηση υπονόμευσης», ένα έγκλημα που τιμωρείται με φυλάκιση έως και 15 χρόνια. Μαζί με τον πάστορα και τη σύζυγό του, συνελήφθησαν και πάνω από 100 άλλα μέλη της εκκλησίας. Τον Απρίλιο του 2019, οι κινεζικές αρχές συνέλαβαν με τη βία έναν καθολικό ιερέα υπόγειας εκκλησίας, τον πατέρα Peter Zhang Guangjun, αμέσως μετά τον εορτασμό της Κυριακής των Βαΐων. Ο τρίτος καθολικός ιερέας που αναφέρεται πως συλλαμβάνεται από τις αρχές μέσα σε έναν μήνα.
Σύμφωνα με ένα εμπιστευτικό αρχείο από το περιοδικό Bitter Winter, η Κίνα προετοιμάζεται επί του παρόντος να λάβει αυστηρά μέτρα κατά των χριστιανικών εκκλησιών που διατηρούν δεσμούς με ξένες θρησκευτικές κοινότητες.
Ακόμη, η κυβέρνηση στέλνει τους Ουιγούρους, πληθυσμό 11 εκατομμυρίων ανθρώπων, κυρίως μουσουλμάνοι, στην δυτική επαρχία της Σιντσιάνγκ της Κίνας, σε στρατόπεδα συγκέντρωσης για «πολιτική επανεκπαίδευση». Η Κίνα δήλωσε ότι τα στρατόπεδα είναι κέντρα κατάρτισης και επαγγελματικής εκπαίδευσης με στόχο την εξάλειψη της απειλής του ισλαμικού εξτρεμισμού. Οι Ουιγούροι έχουν ξεκινήσει διάφορες τρομοκρατικές επιθέσεις στην Κίνα, σύμφωνα με μια έκθεση του 2017, «Ουιγούροι Ξένοι Μαχητές: Μία Τζιχαντιστική Πρόκληση Δίχως Προηγούμενο» από το Διεθνές Κέντρο για την Καταπολέμηση της Τρομοκρατίας στη Χάγη. Η αναφορά επίσης λέει:
«Οι Ουιγούροι θεωρούν τους εαυτούς τους ξεχωριστούς όσον αφορά την εθνότητα, τον πολιτισμό και τη θρησκεία από την κινεζική πλειοψηφία των Χαν που τους κυβερνά. Οι διακρίσεις αυτές αποτελούν τη βάση της θρησκευτικής εθνικιστικής ταυτότητας των Ουιγούρων, με αποτέλεσμα ορισμένοι από αυτούς να συμμετάσχουν σε βίαιες δραστηριότητες με στόχο την εγκαθίδρυση του δικού τους κράτους, του Ανατολικού Τουρκεστάν...
«... η απήχηση της ριζοσπαστικής ισλαμικής ιδεολογίας έξω από την Κίνα έχει προσελκύσει πολλούς Ουιγούρους, οι οποίοι ασπάζονται τον τζιχαντισμό ως μέρος της θρησκευτικής τους ταυτότητας και ως τρόπο να προωθήσουν τον αγώνα τους εναντίον των κινεζικών αρχών.»
«Οι Κινέζοι χρησιμοποιούν τις δυνάμεις ασφαλείας για να στείλουν τους Μουσουλμάνους Κινέζους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης,» είπε πρόσφατα ο Randall Schriver, Αναπληρωτής Υπουργός Άμυνας για την Ασφάλεια στην Ασία και στον Ειρηνικό. «Δεδομένου της έκτασης που καταλαβαίνουμε ότι λαμβάνει αυτό το φαινόμενο , υπάρχει η πιθανότητα τουλάχιστον ένα εκατομμύριο, αλλά πιθανότατα να είναι και τρία εκατομμύρια πολίτες σε έναν πληθυσμό περίπου 10 εκατομμυρίων, να τεθούν υπό κράτηση σε αυτά τα κέντρα.»
Σύμφωνα με την εφημερίδα The Epoch Times, στα κινεζικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι Ουιγούροι δέχονται βασανιστήρια, ναρκώσεις, ξύλο αλλά και θα θανατηφόρες ενέσεις. «Θυμάμαι ακόμα τα λόγια των κινεζικών αρχών όταν ρώτησα τι ήταν το έγκλημά μου,» είπε η Mihrigul Tursun, μια γυναίκα που δραπέτευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες με δύο από τα παιδιά της. «Είπαν, 'το να είσαι Ουιγούρος είναι έγκλημα'».
Ωστόσο, οι διώξεις θρησκευτικών μειονοτήτων δεν αρκούν για το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας. Φαίνεται να έχει ξεκινήσει εκστρατεία κατά του Χριστιανισμού στα σχολεία σε ολόκληρη τη χώρα. Για παράδειγμα, έχει αναγκάσει μαθητές να ορκιστούν κατά των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Οι δάσκαλοι επίσης αναγκάζονται να «εξασφαλίσουν ότι η εκπαίδευση και η διδασκαλία θα τηρούν την ορθή πολιτική κατεύθυνση.» Οι κλασικοί συγγραφείς που διδάσκονται στα σχολεία έχουν λογοκριθεί: Στον Ροβινσώνα Κρούσο του Ντάνιελ Ντεφόε, οι αναφορές στη Βίβλο διαγράφηκαν και οι αναφορές στη Λειτουργεία της Κυριακής ή στον Θεό στις ιστορίες του Αντόν Τσέχωφ και του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν εξαλείφθηκαν επίσης.
Επιπλέον, η χρήση «ευαίσθητων» λέξεων που σχετίζονται με τη θρησκεία, όπως η «προσευχή», δεν επιτρέπονται στην τάξη.
Και στην καταπίεση της θρησκείας, όπως και στη λογοκρισία της ελευθερίας του λόγου, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας χρησιμοποιεί υψηλής τεχνολογίας μέσα για την επίτευξη των στόχων του. Υπάρχουν αναφορές ότι η περιοχή Σιντσιάνγκ χρησιμοποιείται ως πεδίο δοκιμών για την τεχνολογία επιτήρησης: Οι Ουιγούροι στη Σιντσιάνγκ, σύμφωνα με μια έκθεση που δημοσιεύθηκε στη Guardian, «παρακολουθούνται στενά, με κάμερες παρακολούθησης τοποθετημένες σε χωριά, γωνίες δρόμων, τζαμιά και σχολεία. Τα άτομα που μετακινούνται από τα σπίτια τους προς τον τόπο εργασίας τους και αντίστροφα πρέπει να περάσουν από τα σημεία ελέγχου ασφαλείας μεταξύ όλων των πόλεων και των χωριών, όπου υποβάλλονται σε σαρώσεις προσώπου και τηλεφωνικούς ελέγχους.» Η Κίνα χρησιμοποιεί την τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου που ταιριάζει τα πρόσωπα από τα βίντεο των καμερών παρακολούθησης με μία λίστα παρακολούθησης υπόπτων.
Το 2018, η Κίνα είχε περίπου 200 εκατομμύρια κάμερες παρακολούθησης, με σχέδια για 626 εκατομμύρια κάμερες παρακολούθησης μέχρι το 2020. Στόχος της Κίνας είναι μια «Ενσωματωμένη Πλατφόρμα Κοινών Λειτουργιών» η οποία θα ενσωματώνει και θα συντονίζει τα δεδομένα από κάμερες παρακολούθησης με τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου, αριθμούς ταυτότητας πολιτών, βιομετρικά δεδομένα, αριθμούς πινακίδων κυκλοφορίας καθώς και πληροφορίες σχετικά με την ιδιοκτησία οχημάτων, την υγεία, τον οικογενειακό προγραμματισμό, τον τραπεζικό τομέα και νομικά έγγραφα, «ασυνήθιστη δραστηριότητα» αλλά και οποιεσδήποτε άλλες σχετικές πληροφορίες που μπορούν να συγκεντρωθούν σχετικά με τους πολίτες, όπως η θρησκεία και τα ταξίδια στο εξωτερικό.
Προς το παρόν, η Κίνα βρίσκεται στη διαδικασία εκπλήρωσης όσων ο Στάλιν, ο Χίτλερ και ο Μάο μπορούσαν μόνο να ονειρευτούν: Το άψογο ολοκληρωτικό κράτος, που τροφοδοτείται από την ψηφιακή τεχνολογία, όπου οι πολίτες δεν μπορούν να κρυφτούν από το άγρυπνο βλέμμα του κομμουνιστικού κράτους.