Στην πόλη Λαντσκρόνα της νότιας Σουηδίας ―μια πόλη 35.000 περίπου κατοίκων― από τον Δεκέμβριο του 2018, σημειώθηκαν επτά εκρήξεις ή βομβιστικές ενέργειες. Τον Αύγουστο, η είσοδος του Δημαρχείου της Λαντσκρόνα (στην εικόνα) ανατινάχτηκε. (Πηγή φωτό: Mrkommun/Wikimedia Commons) |
«Λεβέν, έχεις χάσει τον έλεγχο της Σουηδίας», έγραψε πρόσφατα σε ένα άρθρο της ημερήσιας εφημερίδας Aftonbladet ο επικεφαλής του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, του κεντροδεξιού Κόμματος των Μετριοπαθών Ουλφ Κρίστερσον, όπου επικρίνει τον πρωθυπουργό της Σουηδίας Στέφαν Λεβέν ότι αδυνατεί να λύσει μερικά από τα μεγαλύτερα προβλήματα της Σουηδίας. Σύμφωνα με τον Κρίστερσον:
«Δύο τομείς στους οποίους εμείς (το Κόμμα των Μετριοπαθών) δίνουμε μεγάλη προτεραιότητα είναι ο νόμος και η τάξη, καθώς επίσης και η κοινωνική ενσωμάτωση, επειδή τα μεγαλύτερα προβλήματα της Σουηδίας παρατηρούνται τώρα σε αυτούς τους τομείς.
Πέρυσι, σημειώθηκαν 306 πυροβολισμοί και 45 άτομα χτυπήθηκαν θανάσιμα. Σύμφωνα με την αστυνομία, ο αριθμός των νεκρών έχει διπλασιαστεί από το 2014. Κατά την ίδια περίοδο, ο αριθμός των ατόμων που έχουν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση έχει τριπλασιαστεί σύμφωνα με το BRÅ (το Σουηδικό Συμβούλιο Πρόληψης του Εγκλήματος)...
Απαιτούνται συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις. Εμείς τις έχουμε προτείνει ― οι Σοσιαλδημοκράτες λένε όχι...
Ταυτόχρονα, έχουμε κρίση κοινωνικής ενσωμάτωσης: περισσότεροι από τους μισούς άνεργους έχουν γεννηθεί εκτός Σουηδίας. Στις ζώνες αποκλεισμού μας (utanförskapsområden) υπάρχουν σχολεία όπου ούτε καν οι μισοί από τους μαθητές περνούν όλα τα μαθήματα... Πολλά παιδιά που γεννήθηκαν στη Σουηδία μιλούν σπάνια Σουηδικά, και υπάρχει εκτεταμένη καταστολή (στο όνομα) της κουλτούρας τιμής. Και σε αυτόν τον τομέα ζητήσαμε επίσης μεταρρυθμίσεις, αλλά οι Σοσιαλδημοκράτες λένε όχι.
Η κοινωνική ενσωμάτωση και η μετανάστευση συνδέονται και, ως εκ τούτου, απαιτείται μια μακροπρόθεσμη και αυστηρή πολιτική μετανάστευσης. Οι άδειες προσωρινής διαμονής και η προϋπόθεση οικονομικής αυτάρκειας για την οικογενειακή επανένωση θα πρέπει να αποτελούν τον βασικό κανόνα.
Η απαίτηση για γνώση της σουηδικής γλώσσας, καθώς και η οικονομική αυτάρκεια (θα πρέπει να είναι προϋπόθεση) για άδεια μόνιμης διαμονής».
Η κριτική του Κρίστερσον αποδεικνύει ότι το κυρίαρχο πολιτικό ρεύμα στη Σουηδία έχει πλήρη επίγνωση των θεμελιωδών προβλημάτων της χώρας. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό που αυτή η κριτική προέρχεται από το Κόμμα των Μετριοπαθών: ο προκάτοχος του Κρίστερσον, ο Φρέντρικ Ράινφελντ, ο οποίος ήταν πρωθυπουργός της Σουηδίας από το 2006 έως το 2014 και πρόεδρος του Κόμματος των Μετριοπαθών από το 2003 έως το 2015, δεν συμμερίστηκε αυτές τις ανησυχίες. Το 2014, ο Ράινφελντ κάλεσε τους Σουηδούς να «ανοίξουν τις καρδιές τους» στους πρόσφυγες του κόσμου.
«Τώρα, ζητώ από τον σουηδικό λαό να είναι υπομονετικός σε αυτό το ζήτημα, να έχει αλληλεγγύη προς τον έξω κόσμο... Μακροπρόθεσμα, δημιουργούμε έναν καλύτερο κόσμο με αυτό τον τρόπο... Θα κοστίσει χρήματα, δεν θα είμαστε σε θέση να αντέξουμε τόσο πολύ, αλλά (αυτοί είναι) πράγματι άνθρωποι που τρέπονται σε φυγή για να σώσουν τη ζωή τους».
Ο Κρίστερσον, σε αντίθεση με την σημερινή σουηδική κυβέρνηση, φαίνεται να έχει αντιληφθεί την πραγματικότητα της Σουηδίας.
Μία από τις πραγματικότητες, σύμφωνα με την Σουηδική Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας (MSB) ―την κρατική αρχή για την προστασία και την ετοιμότητα της κοινωνίας― είναι ότι η τρομοκρατία αποτελεί πλέον απειλή παντού στη Σουηδία και, επομένως, ακόμη και οι μικρότεροι δήμοι πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για τρομοκρατικές ενέργειες που μπορεί να συμβούν.
«Πρώτα απ' όλα», είπε ο Τζόνας Έρικσον, ο οποίος είναι υπεύθυνος του MSB για την ασφάλεια στο δημόσιο περιβάλλον, «πρέπει να γνωρίζετε ότι αυτό μπορεί να συμβεί και σε μικρότερες πόλεις... Στη συνέχεια, πρέπει να σκεφτείτε τι υπάρχει στο δήμο που μπορεί να είναι ευάλωτο και ευαίσθητο». Η δήλωση αυτή έγινε μετά από την παρεμπόδιση ενδεχόμενης τρομοκρατικής ενέργειας από την αστυνομία στην πόλη Östersund τον Αύγουστο. Ο ύποπτος προσπάθησε να πέσει με το αυτοκίνητό του μέσα στο πλήθος και να χτυπήσει τον κόσμο, σύμφωνα με την Aftonbladet. Διερευνούνται επίσης διασυνδέσεις του με τον Rakhmat Akilov, έναν τρομοκράτη ο οποίος καταδικάστηκε για τη δολοφονία πέντε ατόμων όταν μπήκε με το φορτηγό του σε πολυκατάστημα στο κέντρο της Στοκχόλμης τον Απρίλιο του 2017.
Από τις αρχές του 2019 έως τα τέλη του Ιουλίου, έγιναν 120 βομβιστικές επιθέσεις στη Σουηδία, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της αστυνομίας. Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει μια αύξηση κατά 45% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι, όταν πραγματοποιήθηκαν 83 βομβιστικές επιθέσεις. Το νότιο τμήμα της Σουηδίας έχει πληγεί ιδιαίτερα σοβαρά, με 44 βομβιστικές επιθέσεις. «Επί του παρόντος, μπορούμε πραγματικά να κάνουμε μόνο εικασίες σχετικά με τους λόγους για τους οποίους έχουμε αυξημένο πρόβλημα με το έγκλημα και τον κοινωνικό αποκλεισμό», δήλωσε η Πέτρα Στενκούλα, επικεφαλής αστυνομική ερευνήτρια στην νότια Αστυνομική Περιφέρεια. «Είναι πιθανόν η προμήθειες σε δυναμίτη να είναι καλές, ενώ η προμήθειες να είναι κάπως πιο περιορισμένες όσον αφορά τα όπλα σήμερα σε σύγκριση με πριν».
Μόνο στην πόλη Λαντσκρόνα της νότιας Σουηδίας ―μια πόλη 35.000 περίπου κατοίκων― από τον Δεκέμβριο του 2018, σημειώθηκαν επτά εκρήξεις ή βομβιστικές ενέργειες. Τον Αύγουστο, η είσοδος του Δημαρχείου της Λαντσκρόνα ανατινάχτηκε.
«Όσοι το κάνουν αυτό θέλουν να διαταράξουν την οργανωμένη κοινωνία. Δεν θα αφήσουμε να συμβεί αυτό», δήλωσε ο δημοτικός σύμβουλος Torkild Strandberg, μέλος του Φιλελεύθερου Κόμματος.
Τον Αύγουστο, σε μια άλλη πόλη στο νότιο τμήμα της Σουηδίας, το Linköping, σημειώθηκε μια δεύτερη έκρηξη φέτος. Η αστυνομία βρήκε ένα αντικείμενο που υποπτεύτηκε ότι ήταν εκρηκτικός μηχανισμός. Όταν καταστράφηκε από μια ομάδα πυροτεχνουργών, έγινε μια ισχυρή έκρηξη. Κατέστρεψε μια αποθήκη της αστυνομίας και προκάλεσε ζημιές σε πολλά άλλα κτίρια. Στις αρχές Ιουνίου, επίσης στο Linköping, σημειώθηκε μια έκρηξη σε ένα κτίριο κατοικιών. Ως εκ θαύματος, κανείς δεν σκοτώθηκε, αλλά τραυματίστηκαν 20 άνθρωποι. Η αστυνομία υποπτεύεται ότι το περιστατικό συνδέεται με τη δράση μιας συμμορίας.
Η συνεχής ανασφάλεια που προκαλούν αυτά τα περιστατικά σημαίνει ότι η ζήτηση για υπηρεσίες φύλαξης και άλλες υπηρεσίες ασφαλείας έχει αυξηθεί δραματικά. Τόσο ιδιωτικές εταιρείες όσο και οι δήμοι ζητούν να προσλάβουν περισσότερους φρουρούς ασφαλείας. Σύμφωνα με τον Hans Tjernström, διευθυντή τύπου της Ένωσης Σουηδικού Εμπορίου, ένα μέσο σούπερ μάρκετ δαπανά περίπου 600.000 κορώνες (62.000 δολάρια) ετησίως σε φύλακες και άλλα αντικείμενα που έχουν σχέση με την ασφάλεια. Σύμφωνα με μια πηγή από τον κλάδο της βιομηχανίας, τα επόμενα τρία χρόνια οι εταιρείες ασφαλείας θα πρέπει να προσλάβουν 5.300 περισσότερους υπαλλήλους.
Οι βιασμοί και οι σεξουαλικές επιθέσεις συνεχίζονται επίσης. Μόνο στην Ουψάλα, μια γραφική πανεπιστημιακή πόλη της Σουηδίας, όπου το 80% των νεαρών κοριτσιών δεν αισθάνεται ασφάλεια στο κέντρο της πόλης, τέσσερις βιασμοί ή απόπειρες βιασμών έλαβαν χώρα στις αρχές του Αυγούστου σε διάστημα τεσσάρων ημερών. Στη Στοκχόλμη, έγιναν δύο βιασμοί κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ νεολαίας "We are Stockholm" τον Αύγουστο, πέραν δώδεκα άλλων σεξουαλικών επιθέσεων. Στο καλοκαιρινό φεστιβάλ "Piteå Dances and Laughs" στην Piteå, έλαβε χώρα ένας άλλος βιασμός με συμμετοχή δέκα ανδρών.
Σε ένα πρόσφατο άρθρο στην εφημερίδα Aftonbladet, μια βουλευτής του Κόμματος των Μετριοπαθών, η Josefin Malmqvist, απηύθυνε την εξής έκκληση στον Morgan Johansson, ο οποίος είναι Υπουργός Δικαιοσύνης και Υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής: «Σταματήστε τους βιασμούς –απογοητεύετε τις γυναίκες». Στο άρθρο της, η Malmqvist έγραψε:
«Η έκθεση σε σεξουαλικά εγκλήματα αυξήθηκε απότομα κατά τη διάρκεια της θητείας του Morgan Johansson (S) ως Υπουργού Δικαιοσύνης: για τρίτη συνεχή χρονιά, ο αριθμός των δηλωθέντων βιασμών το 2018 αυξήθηκε σε 20 βιασμούς την ημέρα. Μέχρι στιγμής φέτος, ο αριθμός των δηλωθέντων βιασμών αυξήθηκε κατά 14 τοις εκατό... Στη Σουηδία ―μια από τις πιο ισότιμες χώρες του κόσμου― η ελευθερία των γυναικών μειώνεται. Το γεγονός ότι οι γυναίκες δεν έχουν την ίδια ευκαιρία να κινούνται ελεύθερα στους δρόμους και τις πλατείες χωρίς να χρειάζεται να ανησυχούν ότι θα εκτεθούν σε κάποια εγκληματική ενέργεια, αποτελεί σοβαρό περιορισμό της ελευθερίας και της αυτοδιάθεσης των γυναικών. Ενώ περισσότερες γυναίκες καταγγέλλουν σεξουαλικά αδικήματα, το ποσοστό των επιλυμένων περιστατικών βιασμών εξακολουθεί να είναι τρομακτικά χαμηλό. Μια ανασκόπηση των βιασμών που έχουν δηλωθεί τα τελευταία χρόνια δείχνει ότι μόνο 5 στους 100 δηλωθέντες βιασμούς οδηγούν σε καταδίκη».
Και κατέληξε:
«Τώρα ήρθε η ώρα να σταματήσουν τα λόγια και να ξεκινήσουν οι πράξεις. Το Κόμμα των Μετριοπαθών και οι Χριστιανοδημοκράτες συγκέντρωσαν χρήματα για την αστυνομία, αλλά πρέπει να γίνουν περισσότερα. Τον Μάιο του 2018, η πλειοψηφία του Κοινοβουλίου ενέκρινε την πρόταση του Κόμματος των Μετριοπαθών να προβλέπονται αυστηρότερες ποινές για βιασμούς. Από τότε, δεν έχει συμβεί τίποτα. Είναι καιρός ο Υπουργός Δικαιοσύνης (S) να αρχίσει να ενεργεί υπέρ των γυναικών της Σουηδίας».
Μια άλλη ομάδα πληθυσμού που υποφέρει λόγω της έλλειψης νόμου και τάξης στη Σουηδία είναι τα παιδιά. Σύμφωνα με το BRÅ (το Σουηδικό Συμβούλιο Πρόληψης του Εγκλήματος), έχει σημειωθεί σημαντική αύξηση των ληστρικών επιθέσεων κατά των νέων τα τελευταία χρόνια. Μέσα σε λίγα μόνο χρόνια, ο αριθμός των ληστειών κατά των ατόμων κάτω των 18 ετών έχει αυξηθεί σημαντικά: από 1.084 καταγγελίες ληστείας το 2015 σε 1.896 το 2018 ―αύξηση κατά 75%. Έχουν ήδη γίνει 1.247 καταγγελίες ληστείας κατά νέων ατόμων το 2019 μέχρι στιγμής. Σύμφωνα με τον Sven Granath, εγκληματολόγο της σουηδικής αστυνομίας, η αύξηση των ληστειών κατά των νέων μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι έχει γίνει πιο δύσκολο για τους δράστες να ληστέψουν ηλικιωμένους ή να κλέψουν από καταστήματα. «Επειδή έχει γίνει πιο δύσκολο, μπαίνει στο στόχαστρο μια ομάδα που δεν μπορεί να προστατέψει τον εαυτό της. Επίσης, οι νέοι που δέχονται επίθεση έχουν στην κατοχή τους αντικείμενα που θέλουν οι άλλοι νέοι, όπως μοτοποδήλατα, τηλέφωνα και κοσμήματα», δήλωσε ο Granath.
Φαίνεται ότι ο πρωθυπουργός Λεβέν έχει πράγματι χάσει τον έλεγχο της Σουηδίας.
.