Σε μια προφανή απόπειρα να αποκρύψουν μια πρόσφατη διπλή ανθρωποκτονία στο Αμβούργο της Γερμανίας, οι αρχές εκεί λογόκριναν την ιστορία. Έκαναν επίσης εφόδους στα διαμερίσματα ενός μάρτυρα που τράβηξε ένα βίντεο που περιγράφει τη δολοφονία και ενός blogger που δημοσίευσε το βίντεο στο YouTube.
Η δολοφονία, η οποία έγινε πρωτοσέλιδο σε όλο τον κόσμο, συνέβη το πρωί της 12ης Απριλίου. Ο δράστης, ο Mourtala Madou, ένας 33χρονος παράνομος μετανάστης από τον Νίγηρα, μαχαίρωσε τη γερμανίδα πρώην φίλη του, Sandra P., και την ενός έτους κόρη τους, την Miriam, σε έναν σταθμό μετρό του Αμβούργου. Το παιδί πέθανε επί τόπου· η μητέρα της πέθανε αργότερα στο νοσοκομείο. Ο τρίχρονος γιος της γυναίκας ήταν μπροστά στους φόνους.
Σύμφωνα με το γραφείο του εισαγγελέα, ο Madou -- ο οποίος αρχικά εγκατέλειψε τον τόπο του εγκλήματος, αλλά στη συνέχεια κάλεσε την αστυνομία και συνελήφθη λίγο αργότερα --ενήργησε «από θυμό και εκδίκηση», διότι την ημέρα πριν από το περιστατικό, το δικαστήριο του αρνήθηκε την από κοινού επιμέλεια της κόρης του.
Αργότερα αποκαλύφθηκε πως για μήνες ο Madou απειλούσε να βλάψει την Sandra P. και το μωρό. Ένας ανώτερος εισαγγελέας δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι η αστυνομία διερεύνησε τις κατηγορίες της γυναίκας, αλλά είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι «απειλές δεν ήταν σοβαρές» και έτσι η υπόθεση δεν συνεχίστηκε.
Περαιτέρω, μισό χρόνο νωρίτερα, τον Οκτώβριο του 2017, ένας δικαστής απέσυρε τα περιοριστικά μέρα που η Sandra P. είχε θέσει κατά του Madou δύο μήνες νωρίτερα, με το σκεπτικό ότι δεν είδε «κανένα στοιχείο» πως ο Madou την είχε απειλήσει. Τότε οι απειλές του Madou αυξήθηκαν και ο ίδιος δήλωσε ρητά: «Θα σκοτώσω την κόρη μας και μετά θα σκοτώσω εσένα!»
Μια λεπτομέρεια των δολοφονιών που ποτέ δεν αποκαλύφθηκε επίσημα, είναι πως ο Madou προφανώς προσπάθησε να αποκεφαλίσει το μωρό. Αυτή η λεπτομέρεια αναφέρθηκε από έναν επιβάτη -- τον Daniel J. από την Γκάνα, έναν τραγουδιστή γκόσπελ σε μια ευαγγελική εκκλησία στο Αμβούργο-- που έφθασε στο σταθμό του μετρό λίγο μετά την επίθεση και τράβηξε τη σκηνή στο τηλέφωνό του. Στο βίντεο, φαίνονται αστυνομικοί που ανακρίνουν τους μάρτυρες και το παραϊατρικό προσωπικό περιτριγυρίζει αυτό που φαίνεται να είναι το μωρό κορίτσι. Ο Daniel J. λέει στα Αγγλικά: «Ω Θεέ μου. Είναι απίστευτο. Ω Χριστέ, Ω Χριστέ, Ω Χριστέ. Έκοψαν το κεφάλι του μωρού. Ω Θεέ μου. Ω Χριστέ.»
Ο Heinrich Kordewiner, ένας blogger από το Αμβούργο που ανακάλυψε το βίντεο στη σελίδα του Facebook του Daniel J., το ανέβασε στο YouTube.
Λίγες μέρες αργότερα, μια ομάδα κρατικών εισαγγελέων και αξιωματικών της μονάδας καταπολέμησης του εγκλήματος στον κυβερνοχώρο της, αστυνομίας του Αμβούργου, έφθασε στο διαμέρισμα του Kordewiner με ένταλμα έρευνας και κατέσχεσαν τον υπολογιστή του, το κινητό του τηλέφωνο και άλλα ηλεκτρονικά, δήθεν να βρουν «στοιχεία» για το «έγκλημα». Ήταν -- και εξακολουθεί να είναι -- κατηγορούμενος επειδή: ανέβασε το βίντεο.
Ο Kordewiner και ο συγκάτοικός του είπαν στο Gatestone για την έφοδο που έγινε στις 6:45 πμ. Ανέφεραν πως όταν αρχικά αρνήθηκαν να ανοίξουν τη πόρτα, οι αστυνομικοί την παραβίασαν -- και έψαξαν ακόμη και το δωμάτιο του συγκάτοικου αν και δεν είχαν ένταλμα για αυτό.
«Ο αστυνομικός είπε πως μπορούσε να ψάξει και για κάρτες SD» είπε ο συγκάτοικος στο Gatestone. «Καθώς έψαχνε τα βιβλία στο ράφι μου, υπονόησε πως θα μπορούσε να κάνει άνω κάτω όλο το διαμέρισμα. Μου είπε να ηρεμήσω.»
Σύμφωνα με το ένταλμα έρευνας, ο Kordewiner κατηγορείται πως «εισέβαλε στην ιδιωτική σφαίρα» του θύματος της δολοφονίας, κατά παράβαση του §201aτου Ποινικού Κώδικα της Γερμανίας. Αυτή η αποκαλούμενη "παράγραφος παπαράτσι" -- η νομοθεσία της οποίας εγκαινιάστηκε από τον Heiko Maas (επί του παρόντος Υπουργό Εξωτερικών της Γερμανίας), ο οποίος ως Υπουργός Δικαιοσύνης ήταν υπεύθυνος για το νόμο λογοκρισίας στο διαδίκτυο της Γερμανίας -- είναι ένας ελάχιστα γνωστός και σπάνια εφαρμοσμένος νόμος, που ψηφίστηκε το 2015. Μεταξύ άλλων, καθίσταται παράνομο να τραβήξει κανείς φωτογραφίες «ανθρώπων που είναι αβοήθητοι.» Υποστηρίζοντας πως στόχος ήταν η προστασία των θυμάτων τροχαίων ατυχημάτων που τους τραβούσαν βίντεο περίεργοι περαστικοί, ο νόμος δέχτηκε μεγάλη αμφισβήτηση όταν συζητήθηκε δημόσια το 2014 και οι δημοσιογραφικές ενώσεις έκριναν πως έθετε σε κίνδυνο την ελευθερία του Τύπου.
Όταν το γερμανικό κοινοβούλιο συζήτησε το νόμο, ένας από τους 10 εμπειρογνώμονες που κλήθηκαν να διατυπώσουν τις απόψεις τους επί του θέματος ήταν ο Ulf Bornemann, επικεφαλής του τμήματος «Μίσος και Προτροπή» της δημόσιας εισαγγελίας του Αμβούργου. Μία πρώην βουλευτής και μέλος του κινήματος Δικαιωμάτων των πολιτών της Ανατολικής Γερμανίας, η Vera Lengsfeld, έγραψε εκείνη την εποχή ότι ο Bornemann ήταν ο μόνος που δέχτηκε το νόμο χωρίς επιφυλάξεις: «Γιατί,» αναφέρει ότι είχε πει, «πρέπει να προστατεύονται τα δεδομένα ενός υποτιθέμενου υποκινητή;»
Σε γραπτή δήλωση, ο Bornemann επαίνεσε τον νόμο λογοκρισίας διότι στέλνει «σαφές πολιτικό μήνυμα ότι η κυβέρνηση είναι πρόθυμη να δράσει κατά του εγκλήματος μίσους στα κοινωνικά δίκτυα.» Ο Bornemann ήταν επίσης μέλος της ομάδας που εισέβαλε στο διαμέρισμα του Kordewiner.
Ο αναφερόμενος λόγος για την έφοδο -- παραβίαση των δικαιωμάτων ιδιωτικής ζωής -- είναι σαθρός. Μόνο τα πόδια του θύματος φαίνονται στο βίντεο και μόνο για μια στιγμή. Όπως διευκρινίζει η καθημερινή εφημερίδα Hamburger Abendblatt, το πλάνο «είναι θολό, τραβηγμένο από απόσταση και δεν επιτρέπει την ταυτοποίηση οποιουδήποτε προσώπου.»
Εν τω μεταξύ, η γερμανική Welt online δημοσίευσε ένα βίντεο που δείχνει κοντινά πλάνα του θύματος -- κάτι που δεν ώθησε τις εισαγγελικές αρχές σε δράση. Η κύρια διαφορά μεταξύ των δύο βίντεο φαίνεται να είναι το προφορικό σχόλιο για τον αποκεφαλισμό στο βίντεο του Daniel J. Επομένως, η φερόμενη παραβίαση των «δικαιωμάτων απορρήτου» φαίνεται να αποτελεί πρόσχημα.
Ο «αποκεφαλισμός»
«Δεν θα σχολιάσουμε αυτή τη φήμη,» είπε η εισαγγελέας Nana Frombach στο Gatestone όταν ερωτήθηκε σχετικά με τον αποκεφαλισμό. Το μόνο που πρόθυμα αναγνώρισε ήταν πως το παιδί είχε υποστεί «σοβαρά τραύματα στον αυχένα.» Όταν το Gatestone είπε ότι ο §201a δεν μπορούσε να εφαρμοστεί στο εν λόγω βίντεο επειδή δεν έδειχνε κανένα πρόσωπο, απάντησε ότι αυτό «δεν έχει ακόμη αποφασιστεί» και ότι η έφοδος βασίστηκε σε μια «αρχική υποψία». Στη συνέχεια, το Gatestone ανέφερε ότι ο Kordewiner, αντί να ανεβάσει το βίντεο ανώνυμα (κάτι που θα ήταν εύκολο για τον ίδιο), το ανέβασε στο κανάλι του στο YouTube, μαζί με το πλήρες όνομα και τη διεύθυνσή του, καθιστώντας τον στόχο της εφόδου να «βρει αποδείξεις» όχι απλώς δυσανάλογο αλλά εντελώς περιττό. Η Frombach είπε ότι δεν της επιτρέπεται να «σχολιάσει λεπτομέρειες σχετικά με μια συνεχιζόμενη έρευνα», αλλά πως μπορεί να «εγγυηθεί» ότι το ένταλμα έρευνας είχε «εγκριθεί από δικαστή.»
Πώς μπορεί ένας δημοσιογράφος, υπό τέτοια λογοκρισία, να αναφέρει τα νέα; Θα ήταν παράνομο να κινηματογραφήσει κανείς τη σκηνή μιας τρομοκρατικής επίθεσης; Η Frombach δήλωσε ότι δεν μπορούσε «να πει» αν αυτό θα εξακολουθούσε να είναι νόμιμο στη σημερινή Γερμανία. «Μπορώ μόνο να κρίνω συγκεκριμένες περιπτώσεις, όχι εκείνες που αφορούν το μέλλον», είπε.
Ο φιλελεύθερος ιστότοπος Achse des Guten (Άξονας του Καλού) ήταν το πρώτο μέσο ενημέρωσης που ανέφερε την έφοδο. Δύο ημέρες αργότερα, η καθημερινή Hamburger Abendblatt έγραψε:
«Ο εισαγγελέας του Αμβούργου διώκει με μανία έναν blogger που έχει δημοσιεύσει φωτογραφίες της τραγωδίας στο Jungfernstieg ... Η έφοδος βασίστηκε στην παράγραφο 201a, νόμο που το συμβούλιο τύπου και δημοσιογραφικές ενώσεις θεωρούν προβληματικό όσον αφορά την ελεύθερη μετάδοση ειδήσεων.»
Η εφημερίδα Abendblatt σχολίασε την «αόριστη διατύπωση» του νόμου και την «ακόμη πιο αόριστη ερμηνεία της εισαγγελικής αρχής,» δηλώνοντας πως, «Ο νόμος ορίζει ότι δεν πρέπει να λαμβάνονται φωτογραφίες ανυπεράσπιστων ατόμων. Ωστόσο, στο βίντεο του κινητού τηλεφώνου δεν εμφανίζονται τέτοια πρόσωπα.»
Σύμφωνα με την Abendblatt, πηγές «μέσα από το σύστημα ασφαλείας» είχαν «εκπλαγεί» από τις εφόδους στα σπίτια του blogger και του Daniel J. Ο εισαγγελέας που διέταξε τις εφόδους ήταν «πολύ θερμός με αυτή την υπόθεση», είπαν αυτές οι πηγές και «πυροβόλησε σπουργίτια με κανόνια... είναι εκπληκτικό το πόσο γρήγορα εκδόθηκε το ένταλμα έρευνας, δεδομένων των μεγάλων εμποδίων που αντιμετωπίζουμε καθημερινά, ακόμα και όταν αντιμετωπίζουμε ένα σοβαρό έγκλημα».
Σε συνοδευτικό σχόλιο, ο συντάκτης της Abendblatt, Matthias Iken, αποκάλεσε την έφοδο «ανόητη», επειδή «υποστηρίζει τις θεωρίες συνωμοσίας των δεξιών παρατάξεων.» «Που, ρώτησε, «αρχίζουν οι απαγορεύσεις; Και πού σταματούν;»
Εν τω μεταξύ, το αμφιλεγόμενο βίντεο διαγράφηκε από όλες τις γερμανικές ιστοσελίδες και δεν είναι δυνατή η πρόσβαση σε αυτό από Γερμανούς επισκέπτες στο YouTube (αν και οι Γερμανοί ακόμη μπορούν να το δουν σε ιστοσελίδες που είναι εκτός εμβέλειας για τις γερμανικές αρχές).
Η λογοκρισία αποτυγχάνει
Εάν το σχέδιο των αρχών ήταν πράγματι να λογοκρίνουν τα νέα και να κρατήσουν τον αποκεφαλισμό μυστικό, τότε απέτυχε. Λόγω των αναφορών σχετικά με την επίθεση, χιλιάδες άνθρωποι έχουν δει το βίντεο και εκατοντάδες χιλιάδες έχουν ακούσει για την αποτυχημένη απόπειρα λογοκρισίας. Ακόμη χειρότερα για τους υποψήφιους λογοκριτές, άθελά τους αποκάλυψαν τις λεπτομέρειες που θέλησαν να κρατήσουν κρυφές από το κοινό. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το ένταλμα έρευνας-- ένα αντίγραφο του οποίου δόθηκε στον Kordewiner -- περιγράφει λεπτομερώς τις δολοφονίες. Αναφέρει ότι ο Madou «ήθελε να τιμωρήσει τη μητέρα του παιδιού» και «να επιβάλει την αξίωσή του για εξουσία και ιδιοκτησία». Με «πρόθεση να σκοτώσει», ο Madou «ξαφνικά» έβγαλε ένα «μαχαίρι από τη τσάντα που κουβαλούσε, μαχαίρωσε το παιδί στη κοιλιά και έπειτα σχεδόν έκοψε το λαιμό του.»
Το γραφείο του εισαγγελέα είναι υπό την εξουσία της κρατικής κυβέρνησης του Αμβούργου, ενός συνασπισμού σοσιαλδημοκρατών και των Πρασίνων. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης του κράτους, Till Steffen, είναι μέλος του κόμματος των Πράσινων και για χρόνια κατηγορείται πως βρίσκεται πίσω από πολλά σκάνδαλα. Μεταξύ αυτών είναι ότι φερόμενοι δολοφόνοι επανειλημμένως χρειάστηκε να απελευθερωθούν από την προδικαστική κράτηση, επειδή οι δίκες τους κράτησαν πολύ καιρό. Το 2016, ο Steffen απέτρεψε την αστυνομία από το να μοιραστεί φωτογραφίες του τρομοκράτη με το φορτηγό στο Βερολίνο, Anis Amri, όταν ήταν ακόμα ελεύθερος, από φόβο ότι ο διαμοιρασμός εικόνων τζιχαντιστών ύποπτων τρομοκρατίας θα μπορούσε να υποκινήσει φυλετικό μίσος.
Λογοκρισία στο Κοινοβούλιο
Η κυβέρνηση του Αμβούργου εξακολουθεί να προσπαθεί να αποκρύψει τον αποκεφαλισμό. Αυτό έγινε φανερό το Μάιο, όταν βουλευτές από το αντι-μεταναστευτικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) έκαναν μια κοινοβουλευτική έρευνα σχετικά με την έφοδο της αστυνομίας και λεπτομέρειες της υπόθεσης δολοφονίας. Μεταξύ άλλων, ήθελαν να μάθουν αν το παιδί είχε αποκεφαλιστεί. Η διοίκηση— παραβιάζοντας το συνταγματικό της καθήκον -- αρνήθηκε να απαντήσει. Ακόμη λογόκρινε τις ερωτήσεις σβήνοντας ολόκληρες προτάσεις. Η εφημερίδα Die Welt δήλωσε ότι «Το κείμενο μιας έρευνας και οι ερωτήσεις σβήστηκαν χωρίς διαβούλευση» είναι κάτι «που σχεδόν ποτέ δεν συμβαίνει.»
Όταν το Gatestone επικοινώνησε με τον Alexander Wolf, έναν από τους βουλευτές που πραγματοποίησαν την έρευνα, για να μάθει τι ακριβώς λογοκρίθηκε, ο ίδιος έστειλε την αρχική έρευνα (οι πρώτες δύο σελίδες από τα αριστερά) όπως και την απάντηση της Γερουσίας (σελίδες 3, 4 και 5) από την οποία μέρη των ερωτήσεων είχαν λογοκριθεί. Κάθε υπόνοια για ενδεχόμενο αποκεφαλισμό είχε σβηστεί, όπως είχε σβηστεί και ο σύνδεσμος για το άρθρο το οποίο πρώτο έφερε στο φως τα νέα για τον αποκεφαλισμό και για την επακόλουθη έφοδο. Ο Wolf είπε στο Gatestone:
«Στη συνεδρίαση της εσωτερικής επιτροπής, ο Γερουσιαστής του Εσωτερικού και ο αρμόδιος εισαγγελέας απάντησαν με μεγάλη ευσέβεια στις επανειλημμένες ερωτήσεις του ομιλητή μας, Dirk Nockemann, και καταλόγισαν έλλειψη σεβασμού [για το θύμα της δολοφονίας]. Κατά τη γνώμη μου, αυτό σχεδιάστηκε για να προκαλέσει αγανάκτηση προς τον αιτούντα από τους άλλους βουλευτές. Προφανώς, ο Γερουσιαστής θέλει να κρύψει το ζήτημα.»
Το Gatestone ήρθε σε επαφή και με τους ομιλητές των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης: τους Dennis Gladiator της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) και Anna von Treuenfels-Frowein του κεντρώου Ελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος (FDP). Η Treuenfeld-Frowein απάντησε:
«Φυσικά, το κοινό έχει δικαίωμα στην πληροφόρηση. Αλλά για εμάς ως κόμμα που δεσμεύεται στο κράτος δικαίου, τα ατομικά δικαιώματα δεν τελειώνουν με το θάνατο. Επομένως θεωρούμε την απόφαση να σβηστούν τμήματα της έρευνας ως κατάλληλη. Αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει λόγος να δημοσιοποιήσουμε τις λεπτομέρειες του εγκλήματος.»
Ο Gladiator δεν απάντησε στα επανειλημμένα αιτήματα του Gatestone για σχόλιο.
Όλοι αναρωτιούνται γιατί έπρεπε να παραμείνει μυστικό ο αποκεφαλισμός. Ωστόσο, είναι σαφές πως οι αρχές στη Γερμανία μπορούν εύκολα να λογοκρίνουν τις ειδήσεις και να τιμωρούν τους bloggers που διαδίδουν ανεπιθύμητες πληροφορίες. Έχουν στη διάθεσή τους μια ευρεία εργαλειοθήκη νόμων. Δεν φαίνεται να τους ενοχλεί ότι ο νόμος που επικαλέστηκαν στην περίπτωση αυτή ορίζει ρητά ότι δεν πρέπει να εφαρμοστεί στην «αναφορά των σύγχρονων γεγονότων». Η εισαγγελική αρχή, ωστόσο, διαφωνεί πως αυτή η υπόθεση δολοφονίας -- που αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στη Γαλλία, την Ινδία, το Πακιστάν, τη Νότια Αφρική και τις Ηνωμένες Πολιτείες-- δεν αποτελεί ένα τέτοιο «σύγχρονο γεγονός.»
«Για το Υπουργείο Δικαιοσύνης του Αμβούργου», έγραψε η Abendblatt, «η διπλή δολοφονία είναι ένα έγκλημα πάθους που δεν πρέπει να ενδιαφέρει το κοινό.»
Ο Stefan Frank είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας με έδρα του τη Γερμανία.